- αιθρία
- Η ουρανοφάνεια που διαρκεί επί τουλάχιστον δύο ώρες και δημιουργείται από την απότομη μείωση της νέφωσης από το μέγιστο σημείο (10) της νεφικής κλίμακας (ουρανός νεφοσκεπής) στο σημείο 3 ή και χαμηλότερα (ουρανός καλυμμένος κατά το 1/4 ή και ολότελα αίθριος). Οι α. είναι σημαντικές στη χάραξη των ισοβαρών καμπυλών, που είναι ο γεωμετρικός τόπος των σημείων τα οποία έχουν ίσες ατμοσφαιρικές πιέσεις, και συνακόλουθα μπορούν να βοηθήσουν στη σύνταξη ενός μετεωρολογικού δελτίου. Σημαντική είναι η πρόγνωση των α. για την αεροπλοΐα και κυρίως στις πολεμικές αεροπορικές επιχειρήσεις. Η σωστή πρόβλεψη μιας α. αποτελεί σημαντικό παράγοντα επιτυχίας μιας στρατιωτικής αποστολής.
* * *η (Α αἰθρία)ανέφελος και καθαρός ουρανός, ξαστεριά, καλοκαιρίααρχ.καθαρός και ψυχρός νυχτερινός αέρας.[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. αἰθρία αποτελεί ουσιαστικοποιημένο τ. θηλ. τού επιθ. αἴθριος, αἰθρία, αἴθριον (πρβλ. φιλία, η < φίλιος, -ία, -ιον, πολεμία, η < πολέμιος, -ία, -ιον), όπως και το ουσιαστικοποιημένο ουδ. αἴθριον, το, ή παράγεται απ' ευθείας από το αἰθήρ*.ΠΑΡ. αιθριάζω αρχ. αἰθριῶ].
Dictionary of Greek. 2013.